Ο παπά Απόστολος Καλιαμπός δεν ξεχνάει τον Εμφύλιο που έζησε στη Μόρνα Πιερίας. Το 1979, σε σχετική συνέντευξη, υπογραμμίζει:
Α. ΝΗΤΡΟΠΟΛΗ
Για σιγουριά της χειροτονίας και διορισμού του ιερέα στην ενορία Αγίου Νικολάου Μόρνας-Σκοτεινών η εκκλησιαστική επιτροπή συντάσσει σχετικό
πρακτικό Αναθέτουν στον ψάλτη Κωνσταντίνο Παπανώτα να στείλει επιστολή στη Μητρόπολη. Ο Παπανώτας ήξερε γράμματα και ήταν ο «παντός καιρού» άνθρωπος.
Εντέλει, απ' λές, κάν' του πρακτικό. Κάν' κι ι Παπανώτας μια επιστουλή στο Σεβασμιώτατο: (τελικά, που λες, συντάσσουν το πρακτικό. Ετοιμάζει ο Παπανώτας και την απευθύνει στον Σεβασμιότατο).
" Σεβασμιώτατον Μητροπολίτην Κίτρους,
κ. κ. Κωνσταντίνον Κοϊδάκην.
Παρακαλώ, όπως τον υποψήφιο να τον χειροτονήσετε. Να έχουμε την ευχή Σας.-
Ο ιεροψάλτης
Κωνσταντίνος Παπανώτας" (*)
(Απρίλης 1945)
Σημείωση: Προκάτοχος του παπά Απόστολου ήταν ο παπά Χρήστος Τσολάκης, θύμα της γερμανικής Κατοχής και επόμενος ο παπά Δήμος Μυρωτής.
Β. ΥΠΟΔΟΧΗ.
ΙΔΙΩΜΑ: Προυτού να φτάσουμι σ' τ' Στινούρα, έφυγι μπρουστά ι Βασταζάκους κι είπι στου γκόζμου: «Να χτυπήσουμι γκαμπάνα. Έρχιτι ι
παπάς». Κι βγαίν' του χουργιό όλου όξου, η καμπάνα να χτυπάει. Νταν, νταν, νταν, νταν. Ούτι του δισπότ' έκαμαν έτσ'. Απού Γκατιρίν’ μέχρι τη βρύσ’ ήρθαμι μι του κάρου (30 χιλιόμετρα). ΄Υστιρα μας κατιβάζν ψουμί δυο πλαστά 'ικεί στη βρύσ'. Ήταν έθιμου.
Κατέφκαν οι ανθρώπ' στου Ιργουστάσιου. ΄Ηφιραν κι τα ρούχα, τα άμφια ικεί κάτ'. Κι ύστιρα έκανάμι Παράκληση στουν άγιου Νικόλαο. Τους ευλόγησα.
ΚΟΙΝΗ: Πριν φτάσουμε στην τοποθεσία «Στενούρα», έτρεξε πρώτος ο Βασταζάκος (έτσι λέγανε τον Γιάννη Βαστάζο) και ειδοποίησε τον κόσμο: «Χτυπάτε την καμπάνα. Έρχεται ο παπάς». Η καμπάνα βαρούσε ασταμάτητα νταν, νταν, νταν. Το χωριό όλο στο πόδι. Ούτε στο δεσπότη επεφύλασσαν τέτοια υποδοχή. Από Κατερίνη μέχρι τη βρύση της Μόρνας ήρθαμε με κάρο. Ύστερα, εκεί στη βρύση, οι κάτοικοι μας προσφέρουν δυο καρβέλια ψωμί. Έτσι ήταν το έθιμο.
Κατηφορίζουν οι χριστιανοί, σταματούν στη βρύση που βρίσκεται πλάι στο εργοστάσιο ξυλείας. Φέρανε τα ρούχα, τα άμφια. Παίρνουμε την ανηφόρα, κάνουμε Παράκληση στον Άγιο Νικόλαο, τους ευλόγησα (**).
Γ. ΕΠΙΘΕΣΗ ΑΝΤΑΡΤΩΝ-Βασιλεία
Στιφάνουνα έναν ικεί κι είπα “ευλογημένη η βασιλεία του Πατρός”. Μ' έπιασαν κι μι λέν' “τι κάντζ, παπά, τι λες;” Τς είπα «δε λέου ν' ιπίγεια
βασιλεία». (Εκεί στη Μόρνα -στην εκκλησία του Αγίου Νικολάου- στεφάνωνα ένα ζευγάρι. Ήρθε η στιγμή να πω «ευλογημένη η βασιλεία του πατρός. Μερικοί αντάρτες κόβουν το Μυστήριο, με πιάνουν και μου λένε: «παπά, τι κάνεις, τι λες»; Απάντησα «Δεν εννοώ την επίγεια βασιλεία»
----------* Ο Μέλιος Πίτσιας στο μυθιστόρημα «το τελευταίο δείπνο στη Μύρνα» σημειώνει: «Ο Μάρκος Ζαμάνης…έφερε σε επικοινωνία το Λούκα, το δάσκαλο, τον Τόλιο Μεσσαρά και το Νότα Πρωτοψάλτη με μια Φιλική Εταιρία που ήξερε το τραγούδι: «ας έρθει ο χάρος για να δει, με ποιους έχει να κάνει» (σελίδα 373).
----------
** Παράλληλα, ο Μέλιος Πίτσιας στο μυθιστόρημά του σημειώνει: «Ήταν η εποχή που ο παπά-Χρίστος είχε μετακομίσει στον ουρανό» και την ενορία ανέλαβε ο Μάλαμας. «Ο Μάλαμας ήταν άνθρωπος ταπεινός…Μετά από ένα μήνα, γύρισε ντυμένος παπάς…Έγινε παπάς της καρδιάς και του ελέους και αν τον συναντούσες στο δρόμο ήταν έτοιμος για το ευχέλαιο. Το ράσο του δεν είχε τσέπες, γιατί μετά τη Λειτουργία μοίραζε όλο τον άρτο, κρατώντας για τον εαυτό του μόνο την τελευταία ψίχα» (σελίδα 385).
Nice post thank you Jessica
ΑπάντησηΔιαγραφή