Σάββατο 18 Απριλίου 2020

ΕΘΙΜΑ: Πασχαλιά στα Στυλάτκα




          Το καλοκαίρι του 1980 βρίσκομαι στο Λιτόχωρο. Η Σοφία Βλέτση-Νικολού (κατοικούσε εκεί), ανοίγει κουβέντα για τραγούδια και χορούς της Άνω Σκοτίνας.  Έντονες οι μνήμες της (μέσα  20ού αιώνα) για τα «πασχαλιόγιουρτα»  στον «Πλάτανο» (*) και Αυλή «τς  Στύλινας» (**). Ευδιάθετα η ίδια αφηγείται:

ΤΟΠΙΚΟ ΙΔΙΩΜΑ: Απ' τζ Γιργουλούς τς Τσιβώς του σπίτ', πα' ντ Γκόρ' μέχρι πέρα, στα Στυλάτκα πουλύ μπαΐρ'. Απού δω μέχρι πέρα γένουνταν χουροί. Χουρίς όργανα. Μι τραγούδια. Οι πιρασμένις φουρούσαν τσιούντις, πιρούκις. Έβαναν κι ένα φλουρί στ' μέσ' μι κουρδέλα. Κι ένα φλουρί στ' μέσ' είχαν πίσου. Κι αρραβουνιασμένις κι πιρασμένις. Πήγινάμι κι μεις τα κουρίτσια τα μικρά απ' του σχουλείου κι χόριβάμι. Κι ΄λιγι ι μπαρμπα Θανάης ι Καρκαφίρς: «Δγήτι, αυτοί οι διαβόλ' πώς χουρεύν»!
  
        Ι πατέραζ μ' κι όλ' οι άλλ' σιργιανούσαν ικεί. Ένας χουρός οι μιγάλ', τα κουρίτσια σ' ν' ουρά. Έσυρνι πρώτα ένας μπρουστά. Αρραβουνιασμέν' κι αρραβουνιαστικές μαζί. Άλλ' φουρά ένα χουρό οι άντρις κι απέξου οι γναίκις άλλουν χουρόν. Ήθιλι να μπει ι γαμπρός πρώτους, να μπει κι η νύφ' στουν άλλου του χουρό. Θε να πουν οι μσες του μσο κι άλλις μσες ήλιγαν του ίδιου.
     Αμπδούσαν οι μανιές. Αυτές είχαν πουδές, τσιούντις, ωραία φακιόλια. Μιταξουτά μάλλινα. Ιμείς μικρά κουριτσάκια πιρδικλώνουμάσταν στα πόδια μι τς μιγάλ'. Μια φουρά Ήθιλάμι να φκιάσουμι δικό μας χουρό, τομ έφυγαν οι μάνις. Ι Θανάης ι Οικουνόμους κυνηγούσι ντ Μπιτόρου (Βικτωρία) να ντ μπχιάσ'. Μας έφιρνι γυρουβουλιά.
Τραγδούσαν οι μάνις μας: Η Μπατζιόλινα η Μαρία, η μάνα μ', η θεια Γραμματή Κουνόμινα, η Νάσινα Καρκαφίρινα, η τχια 'Ρακλίνινα κι άλλις πουλλές, Στου τέλους, όταν χαλούσι ι χουρός, μαζεύουνταν κι ήλιγαν του τιλιφταίου τραγούδ':

Μη χαλνά, λιναριά,
μη χαλνάτι του χουρό,
είμι ξένους κι να ιδώ.

Είμι ξέ, λιναριά, είμι ξένους κι να ιδώ
στην κουρφή στουν Έλυμπου.

Πόχ' άντραν, πόχ' πιδί, ντουμ, ντουμ, ντουμ,
πόχ' μηλιά μέσ' στην αυλή.
         
ΑΠΟΔΟΣΗ ΣΤΗΝ ΚΟΙΝΗ:  Από το σπίτι της Παρασκευώς του Γεργολά κι από του Γκόρη μέχρι πέρα στη γειτονιά του Στύλου υπήρχε μεγάλη ισιάδα. Απ' τη μια άκρη μέχρι την άλλη στήνονταν χοροί. Χωρίς όργανα. Με τα τραγούδια. Οι ηλικιωμένες φορούσαν μαντήλια, περούκες. Βάζανε στη μέση κι ένα φλουρί δεμένο με κορδέλα. Επίσης ένα άλλο φλουρί πίσω στη μέση. Στο χορό εμφανίζονταν και αρραβωνιασμένες και ηλικιωμένες. Πηγαίναμε και εμείς τα μικρά κορίτσια ακολουθώντας το δρόμο του σχολείου και χορεύαμε. Έλεγε  ο μακαρίτης Θανάσης Καρκαφίρης: «Δείτε πως χορεύουν αυτοί οι διαβόλοι!
          Ο πατέρας μου και οι υπόλοιποι σεργιανούσαν. Ένα χορό σχημάτιζαν οι μεγάλοι. Τα μικρά κορίτσια ακολουθούσαν στην ουρά. Μπροστά ένας έσερνε το χορό. Οι αρραβωνιασμένοι και αρραβωνιαστικιές μαζί. Άλλες φορές σχημάτιζαν ένα χορό οι άντρες κι έναν οι γυναίκες απ' έξω. Επιθυμούσε να μπει πρώτος ο γαμπρός στο χορό των αντρών και η νύφη πρώτη στον άλλο το χορό. Έπρεπε να πουν οι μισές το μισό τραγούδι και οι άλλες μισές το επαναλάμβαναν.
Χόρευαν πηδηχτά οι ηλικιωμένες. Φορούσαν ποδιές, μαντήλια, ωραία φακιόλια. Μεταξωτά, μάλλινα. Εμείς, σαν μικρά κοριτσάκια που ήμασταν, μπαίναμε στο χορό και μπερδεύαμε τα πόδια μας με τα πόδια των μεγάλων. Να αναφέρω ένα παράδειγμα: κάποια στιγμή, μόλις φύγανε οι μάνες, αποφασίσαμε τα κορίτσια να φτιάξουμε δικό μας χορό. Βρήκε ευκαιρία ο Θανάσης Οικονόμου: έτρεχε να πιάσει την Βικτωρία. Μας τα έκανε μούσκεμα.
Τραγουδούσαν οι μάνες μας: Η Μαρία του Μπατζιόλα, η μάνα μου, η θεια Γραμματή του Οικονόμου, η γυναίκα του Θανάση Καρκαφίρη, η θεια Τριανταφυλλιά, γυναίκα του Ηρακλή Δάμπλια και αρκετές άλλες. Στο τέλος, όταν ο χορός διαλύονταν, συγκεντρώνονταν και τραγουδούσανε το τελευταίο τραγούδι.

Μη χαλάτε, μωρέ λιναριά, μη χαλάτε το χορό.
Είμαι ξένος και να ιδώ την κορφή τον Όλυμπο.

Γι' αυτήν από ‘χει άντρα και παιδί, που έχει μηλιά μέσ' στην αυλή
(κόρη ή νύφη καμαρωτή), ντουμ, ντουμ, ντουμ! Πηδούσαν οι γιαγιές.
----------
* Πλάτανος= η πλατεία στην Άνω Σκοτίνα, πλάι στην εκκλησία «Παναγία». Η ονομασία οφείλεται στο αιωνόβιο πλατάνι.
** Η περίφημη άπλα της αυλής ονομάστηκε Αυλή της Στύλινας. Τη συναντούμε καθώς ανεβαίνουμε το δρόμο, στα αριστερά του μπακάλικου "τ' Τσιόμ" (Γ. Γερομιχαλού). Ο Διονύσης Στύλος-Τσιακμάκης (7.7.82) μου εξηγεί: η αυλή της Στύλινας (τα Στυλάτκα) συνορεύονταν: «Στέργιος Μ. Γιρμπχαλός, Μήτρος Γερομιχαλός, απού πάν’ Κουτσιβάτκου, απού δώ τ’ Κουντουγιώρ’» (γύρω-γύρω υπήρχαν τα σπίτια των: Αστερίου Μ. Γερομιχαλού, της οικογενείας Κοτσιβού, του Δημήτρη Γερομιχαλού, του Γ. Στύλου.
---------- 
Σημείωση: Τον καιρό που οι κάτοικοι της Άνω Σκοτίνας άρχισαν να μετακινούνται προς την Κάτω (κυρίως μετά τη δεκαετία του 1930), τα "Πασχαλιόγιουρτα" κορυφώνονται στο εξωκκλήσι "Παναϊά" στην Κάτω Σκοτίνα. Την Παρασκευή της Διακαινησίμου, μετά τη Θεία Λειτουργία, στον αυλόγυρο του ναού στήνεται τρανός χορός με μουσική ζωντανή (χωρίς όργανα).