Ανταριασμένη η τελευταία μέρα του ’16. «Είδηση νταμπλάς»
από το σπίτι του Σεραφείμ. Του φίλου μου-συναδέλφου. «Γιάννη, ο Σεραφείμ "τελείωσε". Εγώ άναυδος πια, πώς να αντιδράσω! Σκέφτηκα, σαν αντίδωρο, ν’ ανοίξω την
ιστοσελίδα μου (δικό του δώρο) και να υπογραμμίσω τα παρακάτω:
ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ: μια ανάμνηση
Η παρούσα ανάρτηση είναι
αφιερωμένη στον αείμνηστο φίλο και συνάδελφο Σεραφείμ Βραβοσινό (22.8.1954-31.12.2016).
Ο Σεραφείμ από τη δεκαετία του 1990 μέχρι την τελευτή του ήταν ο πιστός μου
δάσκαλος στα μυστικά της ηλεκτρονικής τεχνολογίας. Τον ευγνωμονώ εγκάρδια. Για
να μου εξηγήσει και να μάθω τη λειτουργία του υπολογιστή αφιέρωσε πολύτιμο χρόνο και -σίγουρα- κόπο πολύ. Τον
έβαλα στην καρδιά μου από την πρώτη γνωριμία, γιατί ήταν απ’ τους πρώτους που
μάντεψαν και πίστεψαν στο δικό μου μεράκι (λαογραφική δουλειά). Δε λησμονώ τα
λόγια προς τους συναδέλφους του στο σχολείο: «Για τον Γιάννη δίνω όλο μου τον
εαυτό, γιατί η προσπάθειά του αποβλέπει
σε κοινωφελή και ανιδιοτελή σκοπό».
Θυμάμαι
μερικές ευχάριστες στιγμές:
α. ήταν
συνάδελφός μου στον «Ευκλείδη» Θεσσαλονίκης (αυτός ηλεκτρονικός). Τον πλησιάζω
μια μέρα: «Σεραφείμ, επιθυμώ να εγκαταλείψω τη γραφομηχανή και να ασχοληθώ με
κομπιούτερ. Θα τα καταφέρω;» «Γιάννη, έχω διαπιστώσει ότι σε καίει το μεράκι
της λαϊκής τέχνης και παράδοσης. Πάρε απόφαση κι εγώ θα είμαι στο πλάι».
β. πάνω
στη μελέτη του υπολογιστή συναντάω ογκόλιθο. Εκείνος με ενθαρρύνει: «Γιάννη,
μην τα βάζεις κάτω. Ό,τι χρειαστείς, φώναξέ με». Από το σπίτι μου (Θέρμη)
τηλεφωνούσα στο σπίτι του (Κάστρα-΄Ανω πόλη) και του έλεγα τις δυσκολίες που
συναντούσα: «Γιάννη, έλα σπίτι μου να τα πούμε». Άλλες φορές: «Γιάννη, έρχομαι
εγώ στη Θέρμη».
γ. κάποτε
έπαθε βλάβη ο υπολογιστής κι έμεινα μετέωρος:
«Γιάννη, έλα στον Ευκλείδη στην τάδε αίθουσα». Στην περίπτωση αυτή
φερόμουνα διακριτικά: περίμενα να τελειώσει το μάθημα και ύστερα τα λέγαμε.
Υπογραμμίζω ότι από κοντά παρακολουθούσα τη διδασκαλία του. Στη Θεωρία ήταν
σαφής, μελιστάλακτος. Στα Εργαστήρια με χιούμορ, εργατικός, διαλλακτικός,
αποδοτικός.
δ. κάθε
φορά με καλούσε στα Γρεβενά: «Γιάννη, έλα στο πανηγύρι του Αγίου Κοσμά». Εγώ
του έλεγα: «Σεραφείμ, όταν πάτε στη Ρούμελη, στο Καλαμάκι (πατρίδα της Δήμητρας-συζύγου),
περάστε κι απ’ το χωριό μου». Ήρθε στο χωριό, το γνώρισε και πιο πολύ παίνευε
τα κάστανα της Σκοτίνας.
----------
υπενθύμιση: Σε χρόνο ανύποπτο αναφέρθηκα στη συμβολή του Σεραφείμ
στις δικές μου ενασχολήσεις. Συγκεκριμένα στην ιστοσελίδα kaliampos-ioannis-skotina.blogspot.com, ανάρτηση 6.9.16 σημειώνω: «ευκαιριακά,
οφείλω να μνημονεύσω, εκτός από τα παιδιά μου (Απόστολο και Μαρία), τον αγαπητό
φίλο και συνάδελφο Σεραφείμ Βραβοσινό. Αυτός (δεκαετία 1990) με «έμπασε» στο
μεράκι της σύγχρονης γραφής (φάρμακο πνευματικής περισυλλογής)».
Δυστυχώς! μας«άφησε»
απροσδόκητα!
ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ: μια αφιέρωση
τραγούδι: Εσείς πουλιά του κάμπου
Στη Σκοτίνα Πιερίας
(και όχι μόνο) τα τραγούδια της ξενιτιάς ακούγονται σε πολλές παραλλαγές. Το
καλοκαίρι του 1982 συναντώ τον αείμνηστο Βασίλη Στύλο στο αναβρικό του Αγγέλη
(Κάτω Σκοτίνα, βλέπε ανάρτηση 5.2.15). Εκεί, στο δροσερό νερό βοσκούσε τις
γίδες και τραγουδούσε διάφορα τραγούδια. Απαραίτητο εργαλείο του μπάρμπα Βασίλη
ήταν η φλογέρα που την είχε περασμένη «στου ζνάρ» (στη ζώνη). Παραθέτω ένα
τραγούδι όπως ακριβώς το άκουσα.
Ν’
εσείς πουλιά του κάμπου και της Ρόμελης (Ρούμελης)
δόλια
η μάνα, και της Ρόμελης.
Ν’
αυτού ψηλά που πάτι, για χαμηλώσιτι
δόλια
η μάνα μ’, για χαμηλώσιτι.
Γράμμα
θελ’ να σας δώσω και μια ψιλή γραφή,
δόλια
η μάνα μ’, και μια ψιλή γραφή.
Να
πήτι στη μανούλα μ’, να μη με καρτερεί,
δόλια
η μάνα μ’, να μη με καρτερεί.
Ν’
ιδώ στα ξένα που ‘ρθα, ν’ ιδώ παντρέφτηκα,
δόλια
η μάνα μ’, ν’ ιδώ παντρέφτηκα.
γεια σ’ πουλάκι μου, ήλιους κι ξιστιριά.
Μι μάγιψαν στα ξένα κι δε μπουρώ να ‘ρθώ,
γειά σ’ αγάπη μου, κι δε μπουρώ να ‘ρθώ.
(Σεραφείμ, εσύ «έφυγες»,
εγώ, "ως ασκός εν πάχνη"*, «πειράχτηκα». Συχώρα με).
----------
* ασκός εν πάχνη, ψαλμός 118,83: κατάξηρος σαν το ασκί που σκληρύνθηκε στην παγωνιά.