Σάββατο 14 Φεβρουαρίου 2015

Εμφύλιος: Θωμάς Χ. Σακελλάρης



                                                                       1905-1948

   Το καλοκαίρι του 2005 ο Χρήστος Θ. Σακελλάρης ανοίγει τη συζήτηση με κύριο θέμα τον Εμφύλιο. Ειδικότερα το βάρος περιορίζεται σε δυο χαρακτηριστικές ενθυμίσεις, την προσφυγιά και τον οικτρό θάνατο του πατέρα του. Ο θάνατος προκλήθηκε από την έκρηξη νάρκης στη θάλασσα της Λεπτοκαρυάς (η φωτογραφία του Χρήστου πάρθηκε το καλοκαίρι του τρέχοντος έτους).



   Γεννημένος το 1930. Ο παππούς μου ήταν παπάς, Χρήστος Σακελλαρίου. Ο πατέρας μου Θωμάς γεννήθηκε το 1905 και σκοτώθηκε το 1948 στη Λεπτοκαρυά. 
Προσθήκη λεζάντας
   -Πότε, φύγατε από τη Σκοτίνα για τη Λεπτοκαρυά;
   -Το 1948, το Μάρτη μήνα. Πότε πήραν τον παπά Γιάννη; Εκείνη τη βραδιά φύγαμε κι εμείς. Ι παπά Γιάντζ έκατσι στου βουνό 15 μέρις.

απόφαση φυγής: Συνάζουντι 'κεί πέρα οι δικοί μας. Ι πατέραζ μ' του παγούρ' στου ντρουβά, 'που μια βιλέντζα, ι μπάρμπα Διουνύ 'ης, ι Απουστόλς ι Γιρμπχαλός, πιρνούμι 'π' τουν Αγιώρ'. Λέ' ι Θουμάς ι Τσιούρβας, ι μακαρίτς: «Πού πάτι, αρά»! «Φέγουμι, πάμι στ' Λιφτουκαρυά». [Συγκεντρώνονται εκεί πέρα (προφανώς στη γειτονιά του Σακελλάρη) οι δικοί μας. Ο πατέρας μου με το παγούρι στον τορβά, από μια βελέντζα ο καθένας, ο θείος μου Διονύσης, ο Απόστολος Γερομιχαλός, περνάμε τον Αγιώργη. Ο μακαρίτης Θωμάς Τσιούρβας-Καρκαφίρης φωνάζει: «Πού πάτε, ωρέ»!     «Φεύγουμε, πάμε στη Λεπτοκαρυά».

   Καμπάνα ντιπ. Κατάλαβι κι ι κόζμους, δε γξέου 'γώ, τι...Ώς να φτάσουμι απού κείν' μπάντα, στα τσκάργια, στου Σκαλί τ' Χλιάρα που λεν, στου Γκαλόηρου, γλέπουμι του χουριό 'που κουντά. Αλσίδα. Ερχόταν όλ' κα τ' Λιφτουκαρυά. Έφτασάμι στ' Λιφτουκαρυά, δώσαμι χαμπάρ' ικεί πέρα στουν αξιωματικό. Στην αρχή ο στρατός έστειλνι στρατόν ιδώ, μπλάργια. Να φουρτώσν. Σι μια μέρα του χουριό εκκινώθκι ντιπ. Σηκώθκι όλου. Ό,τι μπουρούσαν. Αυτού έμεινάμι καμπόσου γκιρόν, του Μάιο μήνα...Ήθιλάμι να φάμι κιόλα. Μας πήρι ένας Γριβινίτς ζ ντράτα. Δούλιβάμι ζ ντράτα, ό,τ' έβγαζάμι. Έβγαζάμι σαρδέλλις, ήφιρνάμι σ' ν' οικουγένεια απάν', έ κι κάνα χαρτζιλικάκ' αν έβγαζάμι. «Η καμπάνα βουβάθηκε. Ο κόσμος κατάλαβε τι συμβαίνει, ξέρω εγώ. Προχωράμε, φτάνουμε κάτω από την ανηφόρα που οδηγεί στο Σκαλί του Χλιάρα, που το λένε, δηλαδή στον Καλόγερο. Παρατηρούμε πίσω μας. Το χωριό όλο αλυσίδα να ακολουθεί. Όλοι ερχότανε προς τη Λεπτοκαρυά. τελικά, φτάνουμε στη Λεπτοκαρυά, ειδοποιούμε αρμοδίως. Συγκεκριμένα  ενημερώνουμε τον αξιωματικό του στρατού. Αρχικά ο στρατός έστελνε άντρες εδώ με μουλάρια. Να φορτώνουν στα μουλάρια τα πράγματα. Μέσα σε μια μέρα το χωριό άδειασε πέρα για πέρα. Ξεσηκώθηκε όλο. Ό,τι μπορούσαν οι άνθρωποι κουβαλούσαν. Στη Λεπτοκαρυά μείναμε κάμποσο καιρό. Έρχεται ο Μάης μήνας. Έπρεπε να φάμε κιόλας. Κάποιος Γρεβενίτης μας πήρε για δουλειά στην τράτα του στη θάλασσα. Όσα κι αν βγάζαμε, κέρδος μας ήταν. Βγάζαμε σαρδέλες, τις κουβαλούσαμε πάω στο χωριό για να φάει η οικογένεια. Υπήρχε περίπτωση να βγάζουμε και κανένα χαρτζιλίκι».

θάνατος Θωμά Σακελλάρη: Το μοιραίο ήταν, όμους ικείν' τη μέρα που ρίξαμι τη βάρκα στ' αυτό... λέ' ι καπιτάνιους του βράδ': "α να τραβήξουμι παραπάν' μήπους φουσκώσ' πιο πουλύ η θάλασσα κι μας μπάρ'" (μας την πάρει). Μι του τράβγμα 'π' τ' θάλασσα ντ βάρκα προς τα έξου, έγινι έκρηξη. Ήταν που κάτ' ντ βάρκα. Τη βάλαν στη στιργιά, έξου στουν άμμου. Ν' είχαν παγιδιβμέν', διμέν', ξέρου 'γω τι, μόλις ήρθις ισύ, κουνήθκι η καψούρα, τι έγινι, έγινι η άκρηξη, σα μψάρ' η βάρκα. Άλ μέσ' στ' θάλασσα στου κύμα, άλλ' σιαδώ, άλλ' σιακεί. Ψάχνου κι 'γώ να βρω του μπατέρα, τουν βρήκα τριάντα μέτρα πιταγμένουν στουν άμμου, τι να δω, καμένους ούλους. Μι λέ'...[ Ήρθε, όμως το μοιραίο! Τη μέρα εκείνη ρίξαμε τα δίχτυα στη θάλασσα. Το βράδυ λέει ο καπετάνιος: "α, πρέπει να τραβήξουμε τη βάρκα προς τα έξω, γιατί ενδέχεται να πιάσει μπουρίνι, να ξεφουσκώσει η θάλασσα και να μας σύρει τη βάρκα". Καθώς τραβούσαμε τη βάρκα προς τα έξω, ακούγεται έκρηξη. Πέσαμε σε νάρκη που βρισκότανε τοποθετημένη κάτω από τη βάρκα. Υπήρχε σχέδιο και τη βάλανε εκεί. Την τοποθετήσανε έξω στη στεριά, στην αμμουδιά. Την είχαν παγιδέψει, τη δέσανε, ξέρω εγώ τι την κάνανε, ας πούμε μόλις πλησίασες εσύ, κουνήθηκε το καψούλι, έγινε η έκρηξη. Η βάρκα πετάχτηκε σαν ψάρι. Ανθρώπινα σώματα πετάγονται ανάμεσα στα κύματα της θάλασσας, άλλοι προς τα εδώ, άλλοι προς τα εκεί. Ψάχνω εγώ να βρω τον πατέρα μου, τον βρίσκω τριάντα μέτρα πεταμένο μακριά στην άμμο. Έμεινα άναυδος όταν αντίκρυσα το θέαμα: Ολόκληρος καμένος. Πρόλαβε να μου πει…].
   -Ήταν ζωντανός.
   -Ήταν ζουντανός, μίλησάμι κιόλα. Μπουρεί να έζησι καμιά ώρα. Μι λέ':
   -Ν' ακούς τη μάνα σ'. Ό,τ' σι λέ', ν' ακούς τη μάνα σ'. Κι να προυσέξ λίγου τς μικρούς.
   Αυτό πρόλαβάμι.
   -Είχε καταλάβει, δηλαδή, ότι πάει...
   -Τι να σι λέου, μόνους του κρέμουνταν, δεν υπήρχι τίπουτα, απού δώ κι απάν' τίπουτα, ήταν πάν στη φλόγα κι ι αμμους τα ξήλουσι όλα. [Πώς να σου πω, το σώμα του κρεμότανε μόνο του, χωρίς καμιά προστασία, ούτε από πάνω, ούτε από πλάγια. Τυλιγμένος μέσα στη φλόγα και η άμμος τα ξήλωσε όλα]. 
   -Χρήστο, μήπως θυμάσαι πότε έγινε αυτό ακριβώς;
   -Κάπου τς 20 Μαΐου του 1948.
   -Εσύ προσωπικά έπαθες τίποτα;
   -Ιγώ ένα τραυματάκ' ιδώ, είχι μείν' κι μέσα κιόλα ένα πιτραδάκ' για πουλλά χρόνια. Ι Γρηγόρς ι Μπιλιάγκας στου ντόπου (στον τόπο).
   -Πού έγινε η ταφή;
   -Απαν' σ' ν' αγία Τριάδα στ' Λιφτουκαρυά. Του μπήραν ι στρατός. Ι Μπιλιάγκας είχι πιραζμένου πιλικούδ', σανίδ, πιραζμένου απού μέσ' στου χέρ' κι μέσα στη γκαρδιά. Πιλικούδα ουδέτσ'. Ο Βαγγέλς Αγγέλς ήταν ψηλουμένα στα πουδάργια. Έζησι ου άνθρουπους. [Στην αγία Τριάδα, στην επάνω Λεπτοκαρυά. Φρόντισε για όλα ο στρατός. Ο Μπιλιάγκας έπαθε μεγάλο κακό. Ένα πελεκούδι περάστηκε μέσα στο σώμα του, στο χέρι και την καρδιά του. Ολόκληρο πελεκούδι. Ο Βαγγέλης Αγγέλης τραυματίστηκε στο επάνω μέρος των ποδιών του. Έζησε ο άνθρωπος].

ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ ΤΟΥ ΠΑΠΑΧΡΗΣΤΟΥ ΣΑΚΕΛΛΑΡΗ

Κατά τον Χρήστο Θ. Σακελλάρη «πριν λεγόταν Τζιουσταί και επειδή έγινε παπάς, πήρε το οφφίκιο του Σακελλάρη, που έγινε και επώνυμο». Κατ’ άλλους λεγόταν Κανάκης. Σύζυγος η μανιά Καλούδα από το Παντιλέμινο.(Πληροφορίες: Ελευθερία Σακελλάρη-Πλεξίδα).


Απόγονοι:

1. Μαρία, σύζυγος Αθανάσιος Σκρέτας,                             
2. Καλλιόπη, σ. Τάσιος Τσιαπλές από Δεριλί                    
2. Φώτω, σ. Γρηγόρης Καλαμάρας-Μητός                         
4. Θωμάς, σ. Καλλιόπη Θ. Κοτσιβού
α. Χρήστος, σ. Χαρίκλεια Παντ. Κοκράνη                              
β. Γιώργος, σ. Μαρία Εμ. Παπαγεωργίου                             
      γ. Αλκιβιάδης, σ. εκτός Σκοτίνας                     
      δ. Κούλα, σ. Γ. Τζιάτζιος (Ζαγκλιβέρι)
        5.. Διονύσης,. σ. Ουρανία Αθ. Καλαμάρα-Καϊάκα.
       α. Χρήστος, σ. Γραμματή Ζιάκα                                  
       β. Ελευθερία, σ. Δημ. Πλεξίδας                                  
       γ. Θανάσης. σ. Δήμητρα Π. Κοκράνη            
       δ. Καλούδα, σ. Δημ. Ιω. Μάνος

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου