Πέμπτη 13 Νοεμβρίου 2014

ιστορία: Σκοτίνα Αντιχασίων-έρευνα

 
Το 1993 ο Λευτέρης Α. Καλιαμπός παρουσίασε σχετική μελέτη, ύστερα από έρευνα που έκαμε στην περιοχή Αντιχασίων. Με στοιχεία, που δημοσιεύτηκαν (από τον γράφοντα) στον ημερήσιο τύπο (“Ολύμπιο Βήμα”, 17.9.1994) αποδεικνύει πως οι κάτοικοι της Σκοτίνας, τουλάχιστο κατά το μεγαλύτερο μέρος, προέρχονται από το χωριό Σκοτίνα των Αντιχασίων. Τα ερείπια του χωριού αυτού εντοπίζονται δυο χιλιόμετρα δυτικά της Κουμαριάς, κοντά στη Βερδικούσα (ο γράφων επισκέφτηκε την περιοχή και έχει άμεση γνώση). Η μετανάστευση των κατοίκων της Σκοτίνας των Αντιχασίων στη Σκοτίνα του Ολύμπου έγινε, σύμφωνα με τα αναφερόμενα στοιχεία, κατά τα μέσα του 17ου αιώνα. Όλη η εργασία του Λευτέρη καταγράφεται παρακάτω με μερικές δικές μου παραλλαγές:

Λευτέρης Καλιαμπός

1. Οι ρίζες της Σκοτίνας. «Μια επίσκεψη σ' ένα κοινοτικό δάσος, που απλώνεται στις ανατολικές πλαγιές των Αντιχασίων ορέων, πάνω από το χωριό Βερδικούσα Ν. Λάρισας, στάθηκε η αφορμή για τούτη την έρευνα.
      Ήταν Αύγουστος μήνας του 1993 και, καθώς περπατούσα κατά μήκος μιας κορυφογραμμής των Αντιχασίων, κοντά στα όρια του κοινοτικού δάσους Βερδικούσας, ρώτησα τον δασοφύλακα Βερδικούσας να μου υποδείξει τα όρια του κοινοτικού δάσους, καθώς και την ονομασία του γειτονικού δάσους, που απλώνεται νοτιοδυτικά της κορυφής των Αντιχασίων, όπου ορίζονται τα όρια των νομών Λάρισας και Τρικάλων. Με μεγάλη μου έκπληξη άκουσα την εξής φράση:
           "Από τα όρια του νομού Λάρισας και δυτικά υπάρχει το δάσος "Σκοτίνα", που το εκμεταλλεύεται ο έμπορας Δερμανόπουλος από τα Τρίκαλα και το επιστατεί ο δασοφύλακας Θεόδωρος Μπίτης". 
       Ωστόσο, σε επίμονη ερώτησή μου, γιατί εκείνο το δάσος το ονομάζουν "Σκοτίνα", ο δασοφύλακας Βερδικούσας δε γνώριζε τίποτα. Η άγνοια αυτή του δασοφύλακα δε μ' άφησε ήσυχο. Το μυαλό μου πήγε στις διηγήσεις των πιο γερόντων της Σκοτίνας, που έλεγαν, ότι ήταν απόγονοι μιας μάζας ορεινών κτηνοτρόφων, που, εδώ και μερικούς αιώνες, κατέβηκαν από την Ήπειρο ή Δυτική Μακεδονία στη Σκοτίνα του Κάτω Ολύμπου (βλ.  "Λαϊκή παράδοση στον κ. Όλυμπο" Ιω.   Καλιαμπού). Την επόμενη μέρα, προσπαθώντας να βρω κάποιο πρόσωπο, που θα μπορούσε να γνωρίζει κάτι γύρω από την προέλευση του ονόματος δάσος "Σκοτίνα", πήγα στο δάσος "Σκοτίνα", όπου συνάντησα τον δασοφύλακα Θεόδωρο Μπίτη. Αυτός, εκτός του ότι επιστατεί στο δάσος "Σκοτίνα", κατάγεται και από το χωριό Λογγάς του νομού Τρικάλων, που γειτονεύει με το δάσος. Ο Δασοφύλακας αυτός, λόγω του επαγγέλματος και της καταγωγής του, αποδείχθηκε ότι γνώριζε πάρα πολλά για την περιοχή "Σκοτίνας". 
        Ανάμεσα από όλη τη διήγησή του καταγράφουμε τα παρακάτω στοιχεία, που μας ενδιαφέρουν άμεσα. 
            α. Πριν από μερικούς αιώνες στις νοτιοδυτικές πλαγιές των Αντιχασίων και σε υψόμετρο γύρω στα 700 μ. δυτικά από τα Καλύβια Κουμαριάς της περιοχής Αγριελιάς του νομού Τρικάλων υπήρχε ένα χωριό με την ονομασία "Σκοτίνα". 
         β. Όλοι οι γέροι των τριγύρω χωριών, όπως της Αγριελιάς και του Λιόπρασσου, του Κονισκά, του Λογγά και της Βερδικούσας, έλεγαν και εξακολουθούν να συζητούν ακόμη, ότι οι κάτοικοι του χωριού "Σκουτίνα" αρρώστησαν από μια φοφερή επιδημία. Όσοι απέμειναν, εγκατέλειψαν το χωριό και μετανάστευσαν στον Όλυμπο, όπου και έφτιαξαν νέο χωριό. 
            γ. Σήμερα η περιοχή της Σκουτίνας έχει έκταση 12.000 στρεμμάτων και τη νέμονται όχι τα γειτονικά χωριά, αλλά Μετσοβίτες. Αυτοί χρησιμοποιούν τους εκεί βοσκοτόπους ως χειμαδιά. Εξ άλλου τα Αντιχάσια προστατεύουν από τους βοριάδες ολόκληρη τη νοτιοδυτική περιοχή. 
        δ. Προς την περιοχή Βερδικούσας, μέσα σε δάσος οξυάς, υπάρχουν ερείπια παλιών νερόμυλων, που οι Βερδικουσιώτες τα ονομάζουν "Σκουτινιώτικοι μύλοι". 

2. Έρευνα της περιοχής «Σκοτίνα». Τα ατελή, αλλά έγκυρα στοιχεία που μας  ενδιαφέρουν για την εντόπιση του χωριού "Σκοτίνα" ποικίλουν ως προς την προέλευση. Το πρώτο στοιχείο προέρχεται απ' αυτή την ίδια την παράδοση όλων των γειτονικών χωριών. Πραγματικά. Από συνομιλίες που κάναμε με τους γεροντότερους όλων των γειτονικών χωριών και, κυρίως, με τους ανθρώπους της Αγριελιάς, δεν υπήρχε κανένας που να αμφισβητεί το χωριό αυτό. Όλοι τους το εντοπίζουν δύο χιλιόμετρα δυτικά της Κουμαριάς. 
        Τουρκικές πηγές για την ύπαρξη του χωριού και τον πληθυσμό του,   γενικά, δεν υπάρχουν. Φαίνεται, πως το χωριό δεν ήταν αξιόλογο, ώστε να είναι γραμμένο στις Οθωμανικές απογραφές των κελλαρίων. Ωστόσο. ως μεγάλης αξίας στοιχεία αρχειακού υλικού θα μπορούσαμε να βρούμε στα αρχεία Μητροπόλεων και μοναστηριών. Για το σκοπό αυτό έχουμε καταφύγει στις μελέτες του ιστορικού Κώστα Σπανού, ο οποίος μελετά τις Προθέσεις των μοναστηριών για όλα τα χωριά της Θεσσαλίας. Στο Θεσσαλικό ημερολόγιο του Κώστα Σπανού, που τηρείται στα αρχεία της βιβλιοθήκης του δήμου Λάρισας και συγκεκριμένα στο θεσσαλικό ημερολόγιο του έτους 1993, τόμος 23, σελίδα 89, βρίσκουμε γραμμένο το χωριό "Σκουτίνα" της επαρχίας Καλαμπάκας, όπου υπήρξε ένας αφιερωτής, που αφιέρωσε στη μονή Βαρλαάμ των Μετεώρων το έτος 1613 (πρόθεση 215 της μ.  Βαρλαάμ). 
        Αυτός ο Σπανός ασχολείται πάρα πολύ με όλα τα χωριά της Θεσσαλίας. Τον συνάντησα και τον ρώτησα αν ξέρει κάποιο χωριό "Σκοτίνα",   που υπήρχε στην περιοχή της Καλαμπάκας και μου είπε, ότι, πράγματι εκεί στην περιοχή της Καλαμπάκας υπήρχε χωριό "Σκοτίνα". Τον ρώτησα,   βέβαια, από πότε μνημονεύεται αυτό το χωριό. Μου είπε, ότι, αυτός κυρίως ψάχνει ιστορικά στοιχεία ιερών Μονών. Και βρήκε στη μονή Βαρλαάμ μια αφιέρωση ενός βοδιού από έναν Σκοτινιώτη της περιοχής Αντιχασίων. Επί πλέον, για την υψηλή πιστότητά τους, πηγές είναι και οι στρατιωτικοί χάρτες κλίμακας 1:50.  000 ή ακόμη και αεροφωτοχάρτες κλίμακας 1:20.000, που τηρούνται στα αρχεία των δασαρχείων. 
      Πραγματικά,  μια έρευνα των χαρτών της περιοχής Αντιχασίων, έδωσε απρόβλεπτα αποτελέσματα. Όπως φαίνεται στους χάρτες, δυτικά της Κουμαριάς, είναι σημειωμένα τα ερείπια Σκουτίνας και τα οποία γράφονται επάνω στο χάρτη. Πιο πάνω και πιο νότια από το ρέμα Φουκαλιές, φαίνεται γραμμένο στο χάρτη το ρέμα Σκουτίνας ή Σκοτίνας, ενώ προς τις κορυφές του βουνού Αντιχάσια, πολύ πιο βόρεια από τα ερείπια Σκοτίνας, βλέπουμε γραμμένη τη λέξη "Σκουτίνα". Εκεί, δηλαδή, που βρίσκεται το ομώνυμο δάσος οξυάς. 
        Με βάση τα στοιχεία των χαρτών, είναι εύκολο να οδηγηθεί κανείς στα πραγματικά ερείπια της Σκουτίνας. Τα ερείπια αυτά, φαίνεται ότι έχουν μια ιστορία άνω των 300 ετών, αφού μέσα στο πέρασμα των αιώνων δύσκολα διακρίνει κανείς επιφανειακά θεμέλια των σπιτιών, αν δεν κάνει ειδικές ανασκαφές. Πάντως, προσεκτική παρατήρηση έδειξε την ύπαρξη ενός οικισμού με σπίτια, που, στα θεμέλιά τους τουλάχιστον ήταν λιθόκτιστα, με πέτρινες σκεπές, αφού πουθενά δε βρέθηκε υλικό με κεραμίδι. Ο τύπος του οικήματος που επικρατούσε, ήταν το τετράγωνο περίπου, μικρών, σχετικά,  διαστάσεων. Από το πλήθος των λίθινων σειρών βγαίνει το συμπέρασμα. ότι τα πέτρινα σπίτια δεν πρέπει να ήταν πολλά.  Υπάρχει, δηλαδή, η πιθανότητα να υπήρχαν στον οικισμό σπίτια, κατασκευασμένα από μικρούς πλίνθους, ή καλύβες ξύλινες. Διαπιστώνονται. επίσης, στενοί δρόμοι ανάμεσα στα οικήματα με παράλληλες κατευθύνσεις. Φαίνεται επίσης, ότι πολλά οικήματα επεκτείνονται και έξω από τον οικισμό, σύμφωνα με τις κτηνοτροφικές ανάγκες της τότε νομαδικής ζωής. 
        Αξιόλογα ερείπια παλιού νερόμυλου διακρίνει κανείς στις κορφές του βουνού Αντιχάσια και μέσα σε δάσος οξυάς προς την περιοχή της Βερδικούσας. Οι Βερδικουσιώτες τη θέση την ονομάζουν "Σκουτινιώτικοι μύλοι". Εκεί οι νερόμυλοι λειτουργούσαν μάλλον κατά τη θερινή περίοδο κάτω από τα άφθονα νερά του δάσους της οξυάς. Και τούτο, γιατί κατά τη θερινή περίοδο το ρέμα της Σκουτίνας στα χαμηλότερα υψόμετρα δεν κρατούσε νερό για τη λειτουργία νερόμυλων κοντά στο χωριό Σκουτίνα. 
     Παρατηρεί, λοιπόν, κανένας πως οι πηγές για την ύπαρξη του χωριού "Σκουτίνα" στη δεδομένη θέση βασίζονται, κυρίως, στην παράδοση των χωριών της περιοχής Αντιχασίων, παρά στην παράδοση των ίδιων των σημερινών Σκοτινιωτών στον Όλυμπο. Αυτό είναι φυσικό, γιατί, κάτι που έμεινε σ' ένα τόπο, το μαρτυρούν τα ίδια τα ερείπια. Γεγονός, που ανανεώνει συνεχώς τις αναμνήσεις από γενιά σε γενιά. Τα μόνα πενιχρά στοιχεία που έχουμε από την πλευρά των κατοίκων της σημερινής Σκοτίνας στον Κάτω  Όλυμπο, είναι οι διηγήσεις των γερόντων. Κατ' αυτούς οι πρώτοι κάτοικοι κατέβηκαν μάλλον από τα ορεινά μέρη της Ηπείρου ή δυτικής Μακεδονίας.
      Ωστόσο, μπορεί να θεωρηθεί ως αξιόλογη η πληροφορία των Βερδικουσιανών, που υποστηρίζουν ότι στα παλιά χρόνια η Βερδικούσα ανήκε στο νομό Κοζάνης. Καθόλου απίθανο, λοιπόν, και η γειτονική Σκουτίνα,  ως κοινότητα των Αντιχασίων, να ανήκε διοικητικά στο νομό Κοζάνης και έτσι έμεινε ως ανάμνηση η ιδέα, ότι οι Σκοτινιώτες της σημερινής Σκοτίνας προέρχονται από τη δυτική Μακεδονία. Άλλωστε τα όρια Μακεδονίας-Θεσσαλίας επί τουρκοκρατίας δεν ήταν ξεκάθαρα. 

3. Μετανάστευση από Αντιχάσια στον Όλυμπο. Σ' ένα χειρόγραφο της μονής Σπαρμού, που χρονολογείται από το 1602 έως 1978, μνημονεύεται το νέο χωριό Σκοτίνα Ολύμπου για κάποιους αφιερωτές της στη Μονή. Στο βιβλίο του Ευαγ. Σκουβαρά, που εκδόθηκε μέσω της Ακαδημίας Αθηνών το έτος 1967 για την περιγραφή και ιστορία της Μονής Ολυμπιώτισσας Ελασσόνας, βλέπουμε στις σελίδες 166, 176, 245 και 252 να μνημονεύεται το χωριό Σκοτίνα Ολύμπου τόσο για τους αφιερωτές της, όσο και για τον πατριάρχη Καλλίνικο. Ο πατριάρχης Καλλίνικος γεννήθηκε στη Σκοτίνα και σε νεαρή ηλικία είχε ενταχθεί στη μοναχική αδελφότητα της Ολυμπιώτισσας. Συγκεκριμένα, στη σελίδα 252 του βιβλίου που αναφέρουμε, η Σκοτίνα μνημονεύεται σε λίστα με άλλα αξιόλογα χωριά. Αυτό το κείμενο αποτελεί χειρόγραφο του έτους 1709 της Μονής Σπαρμού. Στη σελίδα 176 του βιβλίου,   η Σκοτίνα μνημονεύεται ως Σκουτίνα. Όπως, δηλαδή, την πρόφεραν οι Σκοτινιώτες. 
            Αν συγκρίνουμε τις Προθέσεις των Μονών Βαρλαάμ, που αναφέρονται στη Σκουτίνα των Αντιχασίων το έτος 1613, και του Σπαρμού, που αναφέρονται στη Σκοτίνα Ολύμπου το έτος 1709, βλέπουμε ότι μεσολαβεί όλη σχεδόν η περίοδος του 17ου αιώνα για να υποθέσουμε περίοδο μετανάστευσης. Αυτή θα πρέπει να έγινε κατά τα μέσα του 17ου αιώνα. Για την ενίσχυση αυτής της άποψης συνηγορούν και άλλες αξιόλογες πηγές,  Αυτές πάρθηκαν από την Ιστορία του Ελληνικού Έθνους (Εκδοτική Αθηνών-ΑΕ).
            α. Ένας από τους βασικότερους παράγοντες μείωσης ή μετανάστευσης πληθυσμών του 17ου αιώνα είναι η συχνότητα επιδημικών ασθενειών. Με ιδιαίτερη ένταση στη Θεσσαλία εμφανίστηκε η επιδημία του 1667- 68 (σελ,  154 τ,  ΙΑ' ιστορίας Ελληνικού Έθνους).
       β. Η επιδείνωση των κλιματολογικών συνθηκών, ήταν μια άλλη αιτία, που, πιθανώς εξανάγκαζε τους Μετσοβίτες να οδηγηθούν στα μέρη των Αντιχασίων και να παραμείνουν για μεγάλο χρονικό διάστημα, κατά τις χειμερινές περιόδους, στα χειμαδιά της Σκουτίνας. Το φαινόμενο της ψύχρανσης της ατμόσφαιρας είναι δεδομένο, ιστορικά, για τις χώρες της δυτικής Ευρώπης, που, σίγουρα, επηρέασε και τα πολύ ορεινά χωριά, όπως είναι το Μέτσοβο (σελ, 153, τ, ΙΑ' της Ιστορίας του Ελληνικού Έθνους). Η παραμονή των Μετσοβιτών στα χειμαδιά της Σκουτίνας σίγουρα προκαλούσε έριδες μεταξύ των Μετσοβιτών και Σκουτινιωτών, με αποτέλεσμα τη φυγή των δεύτερων. 
            γ.  Εκείνο, όμως, που πρέπει να ερευνηθεί βαθιά, είναι το περίεργο γεγονός της κατοχής της εγκαταλειμμένης γης όχι από κάτοικους γειτονικών χωριών, αλλά από Μετσοβίτες. Το ότι οι Μετσοβίτες, σήμερα, είναι κάτοχοι όλων των εκεί βοσκοτόπων, φαίνεται στο βιβλίο ιδιοκτησίας δασικών εκτάσεων, που τηρείται στο δασαρχείο Τρικάλων. Το πιο καταπληκτικό, όμως, αυτής της υπόθεσης, είναι ότι το Μέτσοβο από τη Σκουτίνα απέχει 150 χιλιόμετρα και, για τα μέσα συγκοινωνίας της εποχής εκείνης, αυτό θεωρούνταν τεράστια απόσταση. Ωστόσο, τη λύση αυτή του προβλήματος μας την παρέχει ένα ιστορικό γεγονός, που αξίζει να μνημονευθεί:
          Από τα μέσα του 15ου αιώνα οι βλαχόφωνοι κάτοικοι της οροσειράς της Πίνδου, που υποτάχθηκαν στον Μουράτ Β', εξασφάλισαν διάφορα προνόμια, τα οποία, μάλιστα, για τους Μετσοβίτες αυξήθηκαν το έτος 1659 επί της βασιλείας του Μεχμέτ Δ'. Αυτό συνέβη, επειδή οι Μετσοβίτες από παλιά διευκόλυναν το πέρασμα των τουρκικών στρατευμάτων στα στενά του Μετσόβου (σελ, 152, τ, Γ' της ανωτέρω ιστορίας). Χάρη στα προνόμια αυτά,   επιτρέπονταν η επικοινωνία πεδινών και ορεινών τόπων για τους νομάδες του Μετσόβου. Έτσι φαίνεται, πως τα προνόμια αυτά τους έκαναν κυριάρχους των βοσκοτόπων της περιοχής Σκουτίνας με αποτέλεσμα να εξαναγκάσουν τους Σκουτινιώτες σε μετανάστευση άλλα μέρη, ανατολικότερα, που θα ήταν μακρινά μέρη για τους Μετσοβίτες. 
---------- 

Σημείωση: Το καλύτερο βιογραφικό γράφεται από τον ίδιο τον ενδιαφερόμενο. Στην περίπτωση του αδερφού μου Λευτέρη θα προσθέσω εγώ κάτι που του είναι άγνωστο: η στιγμή της γέννησης (πότε, που, πως).

Ήταν άνοιξη του1944. Στεκόμουνα όρθιος (εννιά ετών παιδί στον «μπαλινόντα» (παλιός οντάς, δωμάτιο), στο Καλιαμπέικο (σπίτι Καλιαμπού) στην Άνω Σκοτίνα πλάι στο τζάκι (παρστιά). Το παραθύρι του «παλινόντα» ήταν χαμηλό. Ακουμπούσε «ζ γκουρουμλιά» (κορομηλιά) της Γιαννούλινας Τράντινας.* Όταν η πόχα ξάνοιγε, το σκυλί χώνονταν και «χόρευε» στον «παλινόντα».  
Η μάνα χωρίς πόνους (δική μου αντίληψη) γεννάει ένα όμορφο παιδί, τον Λευτέρη (τον ονόμασαν έτσι για να φέρει τη λευτεριά). Μπροστά  μου  (λες και ήμουνα μαμή), «πέφτει» το μωρό. Εκείνη, ταλαιπωρημένη από την αγροτική πάλη, δεν επιθυμούσε άλλο παιδί (ο Λευτέρης ήταν το έκτο (και μετά από αυτόν γεννήθηκαν άλλα τρία). Κατέβαλε προσπάθειες να τον «ρίξει». Χαρακτηριστική η περιγραφή (1995) της Μαργαρίτας Δάμπλια-Μήτσιου (ξαδέρφης).

Του Λιφτέρ'! Η μάνα σ’ ήθιλι να τουν ρίξ’. Να, έκατσι ζ γκάσα, στου ζιστό, σ' ένα ντρανό ντινικέ. Έβραζι του νιρό. Έκατσι παναθέ έτσιάϊα. Έκατσι παναθέ να πααίν' ι άμπρους μέσα για να πέσ' (του παιδί). Μ' δεν έπισι. Να πααίν' ι αχνός ζ γκλιά. Να πααίν' μέσα, να του ρίξ'. Να πέσ'. "Δε μπέφτ' ", λέ'. Δεν έπισι. Στου γιατρό, στου Παλέμηνο πάει μι του πουδάρ'. Ήταν ντιλικάτου, δεν έπισι. [Το Λευτέρη! Να, η μάνα σας ήθελε να τον αποβάλει. Κάθισε στην κάσα. Κάτω έβραζε νερό σε έναν τρανό τενεκέ. Το νερό έβραζε. Αυτή κάθισε πάνω από το νερό, να, έτσι που σου δείχνω. Κάθισε κατά τρόπο τέτοιο, ώστε η άχνα από το ζεστό νερό να πάει μέσα στην κοιλιά με σκοπό να πέσει το παιδί. Το παιδί, όμως, δεν έπεσε, άντεξε. Εκείνη προσπάθησε να πάει αχνός στην κοιλιά. Έτσι θα διευκολύνονταν ο αχνός να προχωρήσει στο βάθος για να πέσει το παιδί. "Δεν πέφτει", φώναζε. Πράγματι δεν έπεσε. Στο γιατρό, στον Παντελεήμονα πήγε με τα πόδια. Ήταν ανθεκτικό, δυνατό το παιδί και δεν έπεσε]   
----------

* δυο μανιές (γιαγιές) που με "κυνηγούσαν" ήταν: πρώτη η Γιαννούλινα Τράντινα γιατί με έβλεπε να σκαρφαλώνω στην πελώρια «κορομπλιά» της για κορόμηλα (βόρεια του Καλιαμπέικου) και δεύτερη η Χρήστινα Τράντινα γιατί ανέβαινα στην ψηλόκορφη «μπριά» (μουριά) της και μάζευα μούρα (ανατολικά του  Καλιαμπέικου).
---------- 
ΕΙΚΟΝΕΣ

Ο Λευτέρης σε συγγενικό "τραπέζι"



    Χάρτης Σκοτίνας Αντιχασίων (προσανατολισμός), συντάχτηκε από τον Στέφανο Λαμπρ.            Σακκά, αγρον. τοπογράφο μηχανικό και ιδιώτη δασολόγο Τρικάλων Θεσσαλίας.

Δάσος οξιάς, στη Σκοτίνα Λογγά Τρικάλων 
(διαδίκτυο fotis Tentolouris)

 .