Δευτέρα 10 Αυγούστου 2015

λακκώματα: Σκοτίνα, βόρεια πλευρά του χωριού




Τη Σκοτίνα περιτριγυρίζουν πολλά νερά (χείμαρροι, λάκκοι, λακκούλια, ρυάκια, βρύσες, αναβρικά κλπ). Στη βόρεια πλευρά και σύρριζα στο χωριό διαρρέει ο χείμαρρος που ξεκινάει από τα κτήματα του Μαρνέλα στα βορειοδυτικά του χωριού και σμίγει με τον λάκκο Παπά, ο οποίος χύνεται στον Θερμαϊκό. Ενδιάμεσα σχηματίζονται τα λακκούλια που φέρουν διάφορα ονόματα ανάλογα με τις τοποθεσίες που συναντούν. Στις επεξηγήσεις του σχήματος ο αναγνώστης κατατοπίζεται δεόντως:
           
Αναβρικό Παπαγιάννη, η περιοχή λέγεται και Παπαγιαννάτ'κα (τα),  πιό πάνω από τη Βασίλα, στην Κάτω Σκοτίνα, όπου και τα παλιά κτήματα κάποιου παπά-Γιάννη (πρεσβυτέρα η Μόρφω, αδερφή η Τσιτσίλου). Υπάρχει κρυστάλλινη πηγή νερού.
Ίσιωμα, τοπων. ανάμεσα στην ακατνή κι απαλνή Σκοτίνα, ακριβώς πάνω από την τοποθεσία "Λάκκα Γίδα". Πιθανές εκδοχές προέλευσης της ονομασίας: α. στο σημείο εκείνο ο δρόμος είναι φαρδύς και σχηματίζει πλάτωμα, ίσιωμα, μπαϊρί, β. είναι το μέσο της διαδρομής (ίσο) Κάτω και Άνω Σκοτίνας, γ. κατά τον Διονύση Στύλο (Τσιακμάκης) " επειδής ικείνα τα χρόνια έβγιναν πειρατές κι φουβούνταν ι κόζμους, έπριπι οι ανθρώπ' απού δούλιβαν σιακάτ' στα χουράφια να ξανανιβούν στου απαλνό του χουργιό. Κι έκαμαν αυτό του ίσιουμα να ξαπουσταίν'. Γυναίκις επί του πλείστον. Έκαμαν προυσουπική εργασία. Μι τα τσαπιά φκιάσαν ένα ίσιου μέρους, σαν πλατειούλα. Κι έβαλαν λίγα ξύλα,  σαν καρέκλις, να κάθουντι. Να ξαπουσταίν' ικεί κι να πιριμένουν κι άλλους απού κάτ'. Συγκιντρώνουνταν ούλ' μαζί. Γι’ αυτό κι του ονόμασαν "ίσιουμα". Τόπος περίοπτος. Φαίνεται όλος ο κάμπος. Αν καμιά φορά έρχονταν Τούρκοι από τη Λεπτοκαρυά ή από τον Παντελεήμονα, τους έβλεπαν από το "'Ισιουμα".
Κάναλος, (κανάλι) στην Κάτω Σκοτίνα, κατεβαίνοντας προς την εθνική οδό. 
Καραλάτκα, κτήμα του Καραλή, όπως πάμε από Αγιώργη προς Λιοτριβείο.
Καρούτα, στις Κότρες ("Χριστός"). Πήρε το όνομα από την καρούτα κάποιου μύλου που υπήρχε παλιά εκεί. Η Καρούτα ενώνεται πρώτα με  την Μπαρτζόη και κατεβαίνει στο Ξισφάι.
Λάκκος Μαρνέλα, πήρε το όνομα από τα κτήματα του Θανάση Μαρνέλα.
Λάκκος Δάμπλια, από τα κτήματα των Δαμπλαίων.
Λάκκος Παπά, το ποτάμι της Σκοτίνας με τα πανύψηλα πλατάνια (Ζγκούρα, Καμίνια, Σμίξη, Μπιστιρί, θάλασσα, βλέπε ανάρτηση: 5.2.15   ).
Μπαΐρ' τ' Μαρνέλα, ίσιωμα στα κτήματα "Μαρνελάδικα" της Σκοτίνας, αντικριστά με το Ίσιωμα..
Μπαρτζόη (η), τοπων. βδ. της Κάτω Σκοτίνας, πιθανόν από τα πολλά σπάρτζα=σπάρτα.
Ξισφάι, λάκκος, στην Κάτω Σκοτίνα, πίσω από τα "Κουκρανάτκα", επειδή στον λάκκο αυτό οι πέτρες και τα χώματα ξεσφαΐζονται, ξεκολλούν, με αποτέλεσμα να κατακρημνίζονται οι όχθες. Σώζεται και η ομώνυμη βρύση, την οποία έκτισε και περιποιήθηκε ο παππούς Χρυσικός.
Πλατάνια (τα), όπου και τα Κοιμητήρια της Κάτω Σκοτίνας. Η ονομασία οφείλεται στα πολλά πλατάνια του τόπου.  
Σκλήθρα, τοπων. βδ. της Κάτω Σκοτίνας κοντά στο Ξισφάι. Πιθ. από τη σκελήθρα, σκελίδα, άλλού: «σκλήθρους, σκλήθρα, δέντρο που φυτρώνει κοντά στα ποτάμια, μτγ. Κλήθρος» (Ευανθία Δουγά-Παπαδοπούλου-Χρήστος Τζιτζιλής «το γλωσσικό ιδίωμα της  ορεινής Πιερίας» Εταιρεία Μακεδονικών Σπουδών, Θεσσαλονίκη 2006). Από το χώρο αυτό οι γυναίκες της Σκοτίνας βγάζανε ασπρόχωμα. Από το Ίσιωμα βγάζανε κοκκινόχωμα κι από τα Μνημόρια φέρνανε χώμα χρώματος γκρι, τον αποκαλούμενο «απλό». Ίσως από το πηλός. "Ήφιρα απλό ν' αλείψου του σπίτ'". *

---------- 
               


-* ο φούρνος στο σπιτικό του Κώστα Μ. Ζιώγα στη Σκοτίνα,
 φτιαγμένος με χώμα κόκκινο κι «απλό 'π' του Ξισφάι".







---------
Προσωπική εμπειρία: το 1946 με την παρέα μου (Χρήστος Μάνος και Θεοχάρης Μητός) σταλίζαμε τα γίδια στο λάκκο του Μαρνέλα. Παιχνίδι είχαμε τις οβίδες, σφαίρες και κάλυκες. Το καψούλι της σφαίρας το βαρούσαμε με το σκούλο του τσεκουριού και με το σκάσιμο έβγαινε κρότος. Σε μια περίπτωση συνέβη το εξής: ο Κακαλόπουλος, ο επικεφαλής της αντάρτικης ομάδας της περιοχής, ξεκουράζονταν στο μπαϊράκι που βρίσκεται στο «απακεφάλμα» (κορυφή) της λάκκα Γίδας. Μόλις άκουσε τον πρώτο κρότο της σφαίρας «το βαλε» στα πόδια για την Άνω Σκοτίνα και Καλλιπεύκη για να σωθεί. Ο κρότος ήταν μεγάλος, ο λάκκος βούηξε, οι ράχες ταράχτηκαν. Την όλη σκηνή παρακολούθησε ο Γιάννης Νικολός («τ’ Λιόλια»), ο οποίος βοσκούσε τα γίδια λίγο παραπάνω από μας, κοντά στο μπαΐρι του Μαρνέλα. Αυτός έβλεπε τον Κακαλόπουλο που ήταν στο μπαϊρί της απέναντι όχθης. Μας έλεγε, μετά: «Ρε κιαρατάδες, αν το μάθει ο Κακαλόπουλος αυτό που κάνατε, θα σας κρεμάσει ανάποδα».

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου